FBA- γιατί η συμπεριφορά του κάθε ανθρώπου έχει νόημα!

Εδώ και πολλά χρόνια, οι παγκόσμια βιβλιογραφία για τον αυτισμό έχει καταδείξει ότι η πιο τεκμηριωμένη θεραπευτική προσέγγιση είναι η συμπεριφοριστική. Ο συμπεριφορισμός είναι ένα από τα δύο κύρια ρεύματα της ψυχολογίας με την πιο μακρά ιστορία.

Αποστολή του ψυχολόγου-συμπεριφοριστή είναι το να κατανοήσει «γιατί» συμβαίνει μια συμπεριφορά. Και στην περίπτωση των ανεπιθύμητων ή ακατάλληλων συμπεριφορών, η ανάλυση της συμπεριφοράς και η κατανόησή της πρέπει λογικά να οδηγήσει σε ένα πρόγραμμα παρέμβασης στη συμπεριφορά που θα είναι αποτελεσματικό.

Οι εξελίξεις στο σύγχρονο συμπεριφορισμό έχουν οδηγήσει στη διαμόρφωση Θετικών Προγραμμάτων Yποστήριξης της Συμπεριφοράς (PBSP-Positive Behavior Support Plan). Θετικό πρόγραμμα είναι αυτό, το οποίο έχει υιοθετήσει αυστηρές ηθικές και παιδαγωγικές αρχές σεβασμού τής προσωπικότητας του παιδιού. Ο σεβασμός αυτός σημαίνει αποκλεισμό κάθε τεχνικής που εμπεριέχει τιμωρία, μηχανιστικές συνήθειες, μείωση αυτονομίας και επιλογών.

Ένα Θετικό πρόγραμμα παρέμβασης στη συμπεριφορά στην ουσία αποτελεί μια μέθοδο επίλυσης προβλημάτων. Όπου, στην περίπτωση αυτή, το πρόβλημα είναι οι ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Όταν το εκπαιδευτικό περιβάλλον είναι επαρκές, οι ανεπιθύμητες συμπεριφορές μειώνονται ή εξαλείφονται. Ωστόσο, όποτε κάποια από αυτές επιμένει, τότε επιστρατεύεται ένα εργαλείο, το οποίο ονομάζεται «Λειτουργική Ανάλυση της Συμπεριφοράς» (FBA).

Η FBA είναι εργαλείο αξιολόγησης, δεν πρέπει να συγχέεται με την ΑΒΑ (Εφαρμοσμένη Ανάλυση Συμπεριφοράς). Η ΑΒΑ είναι μια θεωρητική προσέγγιση, που προτείνει διάφορα θεραπευτικά προγράμματα παρέμβασης. Τα προγράμματα που δομούνται πάνω στις αρχές τής ΑΒΑ λαμβάνουν υπόψη τα αναπτυξιακά ορόσημα, που θα έπρεπε να κατακτήσει το παιδί σε κάθε ηλικία, και εφαρμόζουν τεχνικές που προκύπτουν από τη θεωρία τής ΑΒΑ, όπως είναι ο Κύκλος Συστηματικής Διδασκαλίας (DTT).

Αυτό όμως δεν φτάνει. Και ίσως δεν είναι καν προτεραιότητα, όποτε ένα παιδί έχει σοβαρές ή πολλές ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Όσα αναπτυξιακά ορόσημα κι αν κατακτηθούν, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν ανεπιθύμητες συμπεριφορές (βλ. θεωρίες των Carr και Durand). Κι αυτό συμβαίνει επειδή η κοινωνική επικοινωνία συνεχίζει να υστερεί, παρά τη γνωστική πρόοδο. Αυτός είναι ο λόγος που τα άτομα με κοινωνικές δυσκολίες επιστρατεύουν συμπεριφορές με πολλαπλούς στόχους, επικοινωνιακούς και άλλους (λ.χ., να πετύχουν με ακατάλληλο τρόπο κάτι που θέλουν).

Η FBA έρχεται για να αξιολογήσει τη λειτουργία κάθε συμπεριφοράς που μας απασχολεί. Ανιχνεύει τους ξεχωριστούς προσωπικούς παράγοντες (επικοινωνιακούς, ιδιοσυγκρασίας, περιβάλλοντος κ.ά.) που γεννούν κάθε συμπεριφορά. Η FBA συνεπώς μας επιτρέπει να κατανοήσουμε συγκεκριμένα γιατί εκδηλώνεται μια συμπεριφορά, όποια κι αν είναι αυτή και όσες λειτουργίες κι αν καλύπτει (π.χ., το κλάμα μπορεί να λειτουργεί σαν εκδήλωση πόνου, σαν τρόπος αποφυγής, σαν χειρισμός κ.λπ.).

Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να έχει έντονα ξεσπάσματα με σκοπό να αποφύγει κάτι ή, αντίθετα, για να αποκτήσει κάτι, ή επειδή δεν καταφέρνει κάτι και δεν ξέρει να ζητάει βοήθεια, ή επειδή βαριέται και έτσι εκφράζει την ανία του.

Καθώς κάθε είδος αυτιστικής διαταραχής έχει στον πυρήνα της το έλλειμμα κοινωνικής επικοινωνίας, μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά έχει πολλαπλές κοινωνικές συνέπειες. Η θεωρία της ΑΒΑ μάς διδάσκει ότι κάθε συμπεριφορά, είτε επιθυμητή είτε ανεπιθύμητη, είναι μαθημένη. Για να την ξεπεράσουμε, το περιβάλλον θα πρέπει να ενισχύει κάποιες άλλες συμπεριφορές, πιο λειτουργικές και επιθυμητές.

Υπάρχουν και συμπεριφορές, τις οποίες είναι απαραίτητο να μάθουμε σαν βάση και σαν προϋπόθεση, προτού αποκτήσουμε άλλες συμπεριφορές. Τα Θετικά προγράμματα συμπεριφοράς ασχολούνται με το εδώ και τώρα, δηλαδή ΤΙ είναι αυτό που πρέπει να μάθει το παιδί ΣΗΜΕΡΑ για να έχει μια καλύτερη ποιότητα ζωής και επικοινωνίας. Κάποια πράγματα από αυτά που μπορούμε να μάθουμε στο παιδί, μπορεί να αποτελέσουν μαγιά για λειτουργικές συμπεριφορές και στο μέλλον.

Από την άλλη όμως, πράγματα που θα θέλαμε να μάθει το παιδί σήμερα, μπορεί να προϋποθέτουν πρώτα να μάθει κάποια άλλα. Για παράδειγμα, αν οι γονείς μάς ζητούν να μάθουμε το παιδί να κάθεται ήσυχα, γιατί αυτό αναμένεται κανονικά στην ηλικία του, θα πρέπει να σκεφτούμε τι πρέπει να δώσουμε στο παιδί, ώστε να έχει νόημα για το παιδί να κάτσει ήσυχα. Η συμπεριφορά έχει νόημα, και όποια συμπεριφορά μαθαίνουμε στο παιδί ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟΥ ΚΑΝΕΙ ΝΟΗΜΑ, αλλιώς διακινδυνεύουμε να το μάθουμε να κάνει πράγματα με τρόπο μηχανιστικό, σαν «ρομποτάκι».

Η μέθοδος αξιολόγησης FBA μάς επιτρέπει να καταλάβουμε πότε εμφανίζεται η συμπεριφορά που μας απασχολεί, και πότε όχι. Ποιο είναι το νόημά της για το παιδί. Τι επιπτώσεις έχει στην καθημερινότητά του, σαν ποιότητα ζωής. Αν η συμπεριφορά είναι όντως προβληματική ή αν φταίει γι' αυτό μόνο η συχνότητά της ή η έντασή της ή το πού και πότε συμβαίνει (σε λάθος τόπο και χρόνο).

Λόγου χάριν, εάν δεν υπάρχει βλεμματική επαφή, βρίσκουμε πρόβλημα. Αν ωστόσο αυτή είναι πολύ έντονη, και πάλι μπορεί να βρίσκουμε πρόβλημα ανάλογα με το πού και πότε αυτό συμβαίνει. Σκεφτείτε και μια άλλη περίπτωση: δεν υπάρχει πρόβλημα αν ένας μαθητής ζητήσει 1-2 φορές να πάει στην τουαλέτα την ώρα του μαθήματος, σίγουρα όμως υπάρχει θέμα όταν το ζητά 20 φορές!

Τα συμπεράσματα που μας παρέχει μια αξιολόγηση ανεπιθύμητων συμπεριφορών που επιμένουν, ανοίγουν το δρόμο για να σχεδιάσουμε ένα πρόγραμμα παρέμβασης, ώστε αυτές να εξαλειφθούν ή να τροποποιηθούν με λειτουργικό τρόπο. Η αξιολόγηση FBA προϋποθέτει καλή κατανόηση της συμπεριφοριστικής θεωρίας και ειδική εκπαίδευση στην Λειτουργική Ανάλυση της συμπεριφοράς. Αυτό συμβαίνει γιατί δίνεται μεγάλη σημασία σε οτιδήποτε προηγείται και σε οτιδήποτε ακολουθεί τη συμπεριφορά (προγενόμενα και συνέπειες), ενώ ο ειδικός που αξιολογεί θα πρέπει να έχει γνώση των τεχνικών καταγραφής δεδομένων και των τεχνικών επεξεργασίας τους.

Όταν μας επισκέπτεται ένα παιδί με δυσλειτουργικές συμπεριφορές, το κύριο που πρέπει να σκεφτόμαστε και να έχουμε κατά νου, είναι όχι τόσο το τι θα έπρεπε να γνωρίζει στην ηλικία του, αλλά το πώς οδηγείται σε ανεπιθύμητες αντιδράσεις εξαιτίας των αναγκών του, του περιβάλλοντος κ.λπ. Θα πρέπει να μάθουμε, συνεπώς, να μην επικεντρώνουμε το άγχος μας στο τι γνώσεις θα διδάξουμε στο παιδί (χρώματα, αριθμούς, λεξιλόγιο, παιχνίδι κ.λπ.), αλλά στο να μάθουμε εμείς να ακούμε τι απασχολεί τους γονείς σε επίπεδο συμπεριφορών. Αλλάζοντας μια προβληματική συμπεριφορά, συμβάλλουμε με ισχυρό τρόπο στη ζωή της οικογένειας και στις σχέσεις μέσα στην οικογένεια.

Στις ΗΠΑ ισχύει η Νομοθετική Πράξη IDEA για την εκπαίδευση ατόμων με αναπηρίες. Οι τροπολογίες του νόμου, που ακολούθησαν το 1997, απαιτούν πια τη γνώση του FBA σαν απαραίτητο προσόν για όσους ασχολούνται με την ειδική αγωγή ως σχολικοί ψυχολόγοι ή συμπεριφοριστές. Αυτό καταδεικνύει τη σοβαρότητα που αποδίδεται στην εφαρμογή ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΩΝ προσεγγίσεων και τεχνικών στην εκπαίδευση ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

Αντίθετα, μια τόσο απαιτητική γνώση δεν θεωρούνταν απαραίτητη στη γενική εκπαίδευση. Ωστόσο, από το 2004 κρίθηκε απαραίτητο να ακολουθείται η ίδια τεχνική στη γενική εκπαίδευση για περιπτώσεις μαθητών με προβλήματα συμπεριφοράς στο σχολείο, και ιδίως όταν το σχολείο αναγκάζεται να επιβάλει πειθαρχικές ποινές σε μαθητές. Αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς ο τρόπος συλλογής δεδομένων για μια συμπεριφορά και τα συμπεράσματα που προκύπτουν με τη μέθοδο FBA θεωρείται ο πλέον αξιόπιστος και αποδοτικός δρόμος για την επίλυση προβλημάτων της συμπεριφοράς.